Home > Term: συμβατό
συμβατό
Μια κατάσταση όπου στοιχεία ενός συστήματος σωληνώσεων ή/και διαφορετικές συγκεκριμένα υλικά μπορούν να ενωθούν μαζί με μορφή ικανοποιητική αρθρώσεις.
- Ordklass: noun
- Bransch/domän: Energy
- Category: Natural gas
- Company: AGA
0
Skapad av
- ml09s5k
- 100% positive feedback
(Leeds, United Kingdom)